Ένα νησί.. τέρμα Θεού! Βρίσκεται τόσο μακριά που ακόμα και ο χάρτης της Ελλάδας το έχει ως προσθήκη. Αλλά είναι τόσο όμορφο που αξίζει να ταξιδέψεις για να το δεις από κοντά, όπως και το ελληνικό νησί που έχει ζεστά νερά όλο τον χρόνο.
Μόλις 2 ναυτικά μίλια από τις τουρκικές ακτές, στέκει περήφανη η Μεγίστη ή Καστελόριζο, μια απομακρυσμένη κουκκίδα στον γεωγραφικό μας χάρτη. Η πολυτάραχη ιστορία του ακριτικού μέλους των Δωδεκανήσων, του ανατολικότερου άκρου της Ελλάδας και της Ευρώπης, ξεκινά από τη νεολιθική εποχή.
Στα τέλη του 19ου αιώνα το Καστελόριζο αποτέλεσε μεγάλη ναυτική δύναμη και οι κάτοικοί του πλησίαζαν, τότε, τις 15.000. Την οικονομική ευημερία των κατοίκων μαρτυρούν τα πανέμορφα αρχοντικά που απλώνονται κατά μήκος της παραλίας, του «Κορδονιού», όπως ονομάζουν οι ντόπιοι.
PGRpdiBzdHlsZT0iIiBjbGFzcz0ibWFpbl9iYW5uZXIiPgoJCQk8ZGl2IGlkPSJFTkdBR0VZQV9XSURHRVRfMTYzMDEwIj48L2Rpdj4NCjxzY3JpcHQgZGF0YS1jZmFzeW5jPSJmYWxzZSI+DQooZnVuY3Rpb24oRSxuLEcsQSxnLFksYSl7RVsnRW5nYWdleWFPYmplY3QnXT1nO0VbZ109RVtnXXx8ZnVuY3Rpb24oKXsgKEVbZ10ucT1FW2ddLnF8fFtdKS5wdXNoKGFyZ3VtZW50cyl9LEVbZ10ubD0xKm5ldyBEYXRlKCk7WT1uLmNyZWF0ZUVsZW1lbnQoRyksIGE9bi5nZXRFbGVtZW50c0J5VGFnTmFtZShHKVswXTtZLmFzeW5jPTE7WS5zcmM9QTthLnBhcmVudE5vZGUuaW5zZXJ0QmVmb3JlKFksYSl9KSh3aW5kb3csZG9jdW1lbnQsJ3NjcmlwdCcsJy8vd2lkZ2V0LmVuZ2FnZXlhLmNvbS9lbmdhZ2V5YV9sb2FkZXIuanMnLCdfX2VuZ1dpZGdldCcpOw0KX19lbmdXaWRnZXQoJ2NyZWF0ZVdpZGdldCcsDQp7d3dlaTonRU5HQUdFWUFfV0lER0VUXzE2MzAxMCcscHViaWQ6MTgwMTYxLHdlYmlkOjE2NTIzOSx3aWQ6MTYzMDEwfSk7DQo8L3NjcmlwdD4JCQk8L2Rpdj4=
Το νησάκι των 9 τ.χλμ. αναδύθηκε από την ακριτική του απομόνωση μόλις την τελευταία εικοσαετία με αφορμή τα γυρίσματα της βραβευμένης με Όσκαρ ιταλικής ταινίας «Mediterraneo», που ξενάγησε με τον καλύτερο τρόπο το διεθνές κοινό στην ανόθευτη ομορφιά του Καστελλόριζου.
Σήμερα μόλις 480 άνθρωποι «βαστάνε» με πείσμα τα ελληνικά σύνορα, υποβοηθούμενοι τα τελευταία χρόνια και από το κύμα τουρισμού που φύσηξε έναν αέρα ανανέωσης στο νησί.
H αρχαία Μεγίστη πήρε το όνομα Καστελόριζο εξαιτίας των κόκκινων βράχων του λόφου όπου είναι κτισμένο το Κάστρο των Ιπποτών ή αλλιώς Καστέλο Ρόσο. Παρότι ανήκει στην άγονη γραμμή, διατηρεί κάτι από τον κοσμοπολιτισμό που του κληροδότησαν οι Ιταλοί που το «ανακάλυψαν» στα ’70s, αγόρασαν σπίτια εδώ κι έρχονται και ξανάρχονται.
Όχι άδικα, αφού όλος ο οικισμός είναι διατηρητέος και τα μικρά, χρωματιστά νεοκλασικά που στεφανώνουν ένα από τα ωραιότερα φυσικά λιμάνια της χώρας μοιάζουν με σκηνικό, καθώς αντανακλούν πάνω στα διάφανα πράσινα νερά.
Φτάνοντας, το βλέμμα στέκεται για λίγο στον μιναρέ με τον κόκκινο τρούλο του τζαμιού του 1755, όπου στεγάζεται η Ιστορική Συλλογή Καστελλόριζου με σπάνια έγγραφα, κειμήλια και φωτογραφίες από τη νεώτερη ιστορία του νησιού και συνεχίζει στα δύο αρχιτεκτονικά κοσμήματα με καμάρες, τα οποία ακολουθούν το ρυθμό της ιταλοκρατίας: Το Δημαρχείο και η Νέα Αγορά.
Υπέροχα κτίρια και μια ησυχία.. ασυνήθιστη. Δεν ακούς καθόλου αυτοκίνητα! Άλλωστε ο μοναδικός δρόμος που υπάρχει συνδέει το λιμάνι όπου βρίσκεται και ο οικισμός με το αεροδρόμιο. Δεν υπάρχει άλλος.
Αλλά δεν είναι μόνο τα αυτοκίνητα που απουσιάζουν από το νησί. Είναι και οι παραλίες.
Στο Καστελλόριζο δεν υπάρχουν απλωτές παραλίες και χρυσές αμμουδιές. Μπορείς όμως να κάνεις τις βουτιές σου στο Μανδράκι, στις Πλάκες, στο Φάρο, στο Κάβο ή στο λιμάνι. Σε πολλά σημεία υπάρχουν εξέδρες και σκάλες για να χαρείτε με ευκολία την πεντακάθαρη θάλασσα.
Όσο για το καλύτερο σημείο του νησιού.. Το Γαλάζιο Σπήλαιο, το μεγαλύτερο και ωραιότερο από τα ενάλια σπήλαια της Ελλάδας.
Βρίσκεται στη ΝΑ πλευρά του νησιού και είναι διεθνώς γνωστό για τον πλούσιο «στολισμό» του με σταλακτίτες που δημιουργούν μοναδικό θέαμα.
Το γαλήνιο νερό, καθώς φωτίζεται από τις ανταύγειες των ακτινών του ήλιου, μοιάζει με έναν τεράστιο γαλαζοπράσινο καθρέφτη με μυριάδες ιριδισμούς. Το σπήλαιο ονομάζεται και «Σπηλιά του Παραστά» ή Φώκιαλη, καθώς λέγεται πως εδώ φωλιάζουν φώκιες monachus monachus.
Ολόκληρο το νησί ένας μικρός παράδεισος..
Πριν αποχωριστείτε το Καστελόριζο αξίζει να επισκεφτείτε το κοντινό νησάκι της Ρω, ξακουστό για την Κυρά της Ρω, Δέσποινα Αχλαδιώτη (1898-1982), που επί σειρά ετών ύψωνε περήφανα, ακούραστα και επίμονα τη γαλανόλευκη.
Πηγή